- .ωνίοις
- ἀνίοις , ἄνειμιgo uppres opt act 2nd sgἀνίοις , ἄνιοςmasc/fem/neut dat plἀ̱νίοις , ἀνέωpres opt act 2nd sg (doric)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ὠνίοις — ὤνιος to be bought masc/neut dat pl ὤνιος to be bought masc/fem/neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
φύλακας — Πεδινός οικισμός (υψόμ. 30 μ.), στην πρώην επαρχία Κομοτηνής, του νομού Ροδόπης. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Θρυλορίου. * * * ο / φύλαξ ακος, ΝΜΑ αυτός που φυλάγει, που φρουρεί κάτι, που έχει τοποθετηθεί για να προστατεύει κάτι (α. «οι δύο… … Dictionary of Greek